- ανακλητικός
- -ή, -ό (Α ἀνακλητικός, -ή, -όν) [ἀνακαλῶ]αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στην ανάκληση* ή ο κατάλληλος γι' αυτήναρχ.1. ο κατάλληλος για παρακίνηση, προτρεπτικός2. αυτός που αποκαθιστά (την όρεξη, την υγεία κ.λπ.), τονωτικός, αναζωογονητικός3. το ουδ. ως ουσ. τὸ ἀνακλητικόν παράγγελμα, σάλπισμα για υποχώρηση.
Dictionary of Greek. 2013.